
Αν κάποιος λοιπόν, έπρεπε να περάσει ένα ορμητικό ποτάμι, στην ανάγκη έδενε ένα σχοινί στη μέση του και την άλλη του άκρη σ’ ένα δέντρο και ριχνόταν στα νερά. Όταν μετά από πολύ κόπο έφτανε στην απέναντι όχθη, στερέωνε το σχοινί σε κάποιο σημείο, με σκοπό να το ξαναχρησιμοποιήσει για την επιστροφή. Όλη αυτή η διαδικασία με το πέρασμα του καιρού τελειοποιήθηκε. Το σχοινί αυτό παρέμενε τεντωμένο πάνω από το ποτάμι και ο ταξιδιώτης δεν ήταν αναγκασμένος πλέον να μπαίνει μέσα στα νερά , αλλά περνούσε το εμπόδιο κρεμασμένος πάνω.
Στη συνέχεια, στο εφεύρημα αυτό προστέθηκε ένα κασόνι μέσα στο οποίο έμπαινε ο άνθρωπος. Αυτό «κυλούσε» πάνω στο τεντωμένο χοντρό σχοινί με τροχαλίες ή καρέλια, όπως ονομάζονται, από όπου πήρε το όνομά της και όλη η κατασκευή.
Σήμερα, βρίσκουμε ακόμα στην Ευρυτανία καρέλια σε λειτουργία, στα οποία όμως τα χοντρά σχοινιά, που εύκολα σαπίζουν, έχουν αντικατασταθεί από συρματόσχοινα και τα ανοιχτά ξύλινα κασόνια από στεγασμένα κουβούκλια. Στις όχθες, τα συρματόσχοινα είναι στερεωμένα σε τσιμεντένια υποστυλώματα, ενώ μανιβέλες βοηθούν το κουβούκλιο να προωθείται σχετικά άνετα. Στα παλιά καρέλια υπήρχε πάντα κάποιος ο οποίος ήλεγχε και εκμεταλλευόταν το πέρασμα και λεγόταν «

Αν και σήμερα τα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένα τα καρέλια είναι αξιόπιστα, αυτό δεν ήταν αυτονόητο παλιότερα. Όπως αναφέραμε, τότε χρησιμοποιούσαν υλικά που φθείρονταν γρηγορότερα και ο αναβάτης σε κάθε κίνηση του καρελιού δε θα ένιωθε και πολύ σίγουρος για τη ζωή του. Τα καρέλια, όπως και τα ξυλογέφυρα, ήταν προσωρινές λύσεις, αναγκαίες αλλά σίγουρα όχι ασφαλείς .
--
7. Σπύρου Μελετζή, «Με τους αντάρτες στα βουνά»
8. Β. Ν. Μαντούζα, «Η Βράχα», Σελ. 53