ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΑΥΛΑΚΙΟΥ.

Το γεφύρι του Αυλακιού βρίσκεται χτισμένο πάνω στον Αχελώο και ανάμεσα στα χωριά Νέο Αργύρι Ευρυτανίας, Αυλάκι Βάλτου, Μεσόπυργος Άρτας και Μακρύκαμπος Καρδίτσας. Χωροταξικά, δεν ανήκει στα όρια του νομού Ευρυτανίας, καθώς βρίσκεται μεταξύ των νομών Καρδίτσας και Άρτας, ενώ η απόστασή του από τα όρια της Ευρυτανίας είναι περίπου δύο χιλιόμετρα. Περιλαμβάνεται όμως στην έρευνα αυτή, λόγω του ενδιαφέροντος και της ομοιότητάς του με το γεφύρι της Τέμπλας που παρουσιάζει, αλλά και λόγω του ότι εξυπηρετεί την επικοινωνία των κατοίκων του Απεράντιου με το Βάλτο και κυρίως με την Άρτα.
Η περιοχή όπου κατασκευάστηκε το γεφύρι ονομάζεται «Τριχιές», και πήρε το όνομά της από τις τριχιές πάνω στις οποίες κρεμόταν παλιότερα ένα καρέλι: «... Να πέσουμε αντίκρυ απ’ τσ’ Τριχιές», λέγανε οι ντόπιοι και η έκφραση αυτή ακούγεται ως τις μέρες μας στα γύρω χωριά. 24
Μεταγενέστερα, κατασκευάστηκε στη θέση του καρελιού ένα πέτρινο μονότοξο γεφύρι, που σε κάποια κατεβασιά του Αχελώου όμως δεν άντεξε και έπεσε. Το πότε φτιάχτηκε αυτό το γεφύρι ή το πώς ήταν το σχήμα του δεν το γνωρίζουμε, καθώς δεν έχει σωθεί κανένα στοιχείο γι’ αυτό.
Το γεφύρι που υπάρχει σήμερα στη θέση του, το κατασκεύασαν οι Ηπειρώτες μαστόροι Νικόλαος Σούλης και Σιδέρης από το 1907 έως το 1911. 25 Κάτω από το τόξο της καμάρας προς την μεριά του Βάλτου, είναι χαραγμένη η ημερομηνία «1909» καθώς επίσης και τα αρχικά «ΓΛΧ ..9», γεγονός που επιβεβαιώνει την περίοδο της κατασκευής του. Στο βόρειο κλειδί της κεντρικής του καμάρας έχει επίσης σκαλιστεί η ημερομηνία 1909.
Το γεφύρι του Αυλακιού άρχισε να χτίζεται το 1907, ενώ της Τέμπλας το 1908. Λόγω του ότι όμως και τα δύο γεφύρια γίνανε από τους ίδιους μαστόρους, δύο πιθανές εκδοχές υπάρχουν. Σύμφωνα με την πρώτη, λόγω της αρκετά μεγάλης χρονικής απόστασης από τότε ως τα σήμερα, οι γέροντες που διηγούνται τα γεγονότα έχουν μπερδέψει τις ημερομηνίες. Σύμφωνα με την δεύτερη πάλι, αφού στήθηκε το κεντρικό τόξο του Αυλακιού, μεταφέρθηκε μέρος από την ξυλεία στην Τέμπλα και στη συνέχεια δουλεύανε δύο εργοτάξια συγχρόνως. Στην εκδοχή αυτή συνηγορούν και τα ίδια τα γεγονότα, και τα δύο γεφύρια τελείωσαν την ίδια ημερομηνία – το 1911 – ενώ στο Αυλάκι δούλεψε ο πρωτομάστορας Σιδέρης του οποίου το όνομα δεν το συναντάμε στην Τέμπλα.
Όπως το γεφύρι της Τέμπλας, έτσι και το γεφύρι του Αυλακιού είναι ιδιόμορφο, σε σχέση πάντα με τα υπόλοιπα γεφύρια της Ευρυτανίας. Δίπλα από το κεντρικό τόξο δεξιά και αριστερά, υπάρχουν μικρότερα τόξα τα οποία ακουμπούν πάνω σε κολώνες. Με τον τρόπο αυτό της κατασκευής, οι μαστόροι πετύχανε δύο πράγματα. Πρώτα πρώτα, η ράχη του γεφυριού να είναι σχεδόν επίπεδη και δεύτερον, τα ανοίγματα ανάμεσα στα τόξα και τις κολώνες να λειτουργούν σαν «ανακουφιστικές οπές» ή «ψευτοκαμάρες». Πάντως, το γεφύρι του Αυλακιού με το σχήμα που έχει είναι δύσκολο να καταταχτεί σε κατηγορία, δηλ. στα μονότοξα ή στα πολύτοξα. Αριστερά από το κεντρικό τόξο, προς το μέρος του Βάλτου, υπάρχουν τρία ακόμα τόξα, ενώ προς τα δεξιά, προς το μέρος της Καρδίτσας άλλα πέντε.
Το πέρασμα πάνω στη ράχη του γίνεται ομαλά, με μία ελαφριά μόνο κλίση από το κέντρο του προς τις δύο πλευρές. Τα προστατευτικά πεζούλια που υπάρχουν κι από τις δύο πλευρές του διαδρόμου, ύψους ενός μέτρου και πλάτους σαράντα έξι εκατοστών, προφυλάσουν διαβάτες και αυτοκίνητα .
Η επίσκεψη στο χώρο του γεφυριού είναι εύκολη. Από το Νέο Αργύρι, ακολουθούμε κατεύθυνση βόρεια και αφού κατηφορίσουμε ανάμεσα από κήπους και καπνοχώραφα προς τον ποταμό Πρασιώτη, φτάνουμε στο φυσικό σύνορο Ευρυτανίας και Καρδίτσας που είναι ο ποταμός Πλατανιάς. Εδώ περνάμε τη σιδερένια γέφυρα και σε πέντε λεπτά φτάνουμε στο γεφύρι του Αυλακιού. Μέσα στα νερά του Αχελώου, όταν αυτά είναι διαυγή, καθρεφτίζεται το επιβλητικό κτίσμα που με τον όγκο του δεσπόζει σε όλη την περιοχή.
Περνώντας το γεφύρι προς τη μεριά του Βάλτου, συναντάμε λίγα σπίτια και ένα καφενείο, όπου μπορούμε να ξεκουραστούμε και να ακούσουμε από τους ντόπιους ιστορίες, αλλά και την αγωνία τους για το μέλλον του γεφυριού. «Το γεφύρι αυτό είναι για μας ό,τι η Ακρόπολη για την Αθήνα», λένε, «αλλά τα φορτηγά και οι μπουλντόζες που περνάνε πάνω του το έχουνε χαλάσει». Για του λόγου το αληθές, θα μας οδηγήσουν πρόθυμα κάτω από το γεφύρι για να διαπιστώσουμε και οι ίδιοι τις πολλές και μεγάλες ρωγμές που έχουν προκληθεί στα τόξα του.
Η επιστροφή μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο δρόμο είτε από το μέρος της Άρτας μέσω του χωριού Μεσόπυργος είτε μέσα από τον Αχελώο με rafting ή καγιάκ.
--
24. Από διήγηση του Φάνη Ζαχαράκη από το Νέο Αργύρι τον Οκτώβρη του ‘93.
25. Τα ονόματα των μαστόρων «Νικ. Σούλης» και «Σιδέρης» μας τα μετέφερε ο Φάνης Ζαχαράκης. Για τον Σιδέρη είναι απόλυτα σίγουρος ότι ήταν ένας εκ των πρωτομαστόρων, γιατί στη συνέχεια γίνανε κουμπάροι. Το βιβλίο «Το γεφύρι κι ο Ηπειρώτης» του κ. Σπύρου Ι. Μαντά, στην σελίδα 48 αναφέρει σαν εργολάβο τον Κων/νο Ν. Παρίση και πρωτομαστόρους τον Γεώργιο Σταμάτη και Βασίλειο Σούλη, από την Βύσσιανη της Ηπείρου.

Στοιχεία γεφυριού :

Μήκος : 79,00 , πλάτος: 4,10 , ύψος: 14,50 , ύψος καμάρας: 13,00 , άνοιγμα καμάρας: 21,00 , κατεύθυνση: Β-Ν , υψόμετρο: 320 , γεωγραφικό ύψος: 39ο11'00.22''Ν , γεωγραφικό πλάτος: 21ο23'18.99''Ε .